Страница:Евтидем (Платон, 1878).pdf/81

Эта страница не была вычитана
— 76 —

και δούναι και άποδόσθαι και θΰσαι δη θεώ δτψ αν βουλή. 'Ωμολόγηκα, έφην* ούκ έστιν γάρ μοι άνάδυσις, ιύ Εύθύδημε. Ίθι δή μοι ευθύς, ή δ’ ός, είπε* επειδή σόν ομολογείς είναι τον Δία 303 καί τούς άλλους θεούς, αρα έξεστί σοι αύτούς | άποδόσθαι ήδού-s ναι ή άλλ’ δτι αν βουλή χρήσθαι ώσπερ τοΐς αλλοις ίώοις·

Έγώ μέν ούν, ώ Κριτών, ώσπερ πληγείς ύπό τού λόγου εκεί-μην άφωνος* ό δε Κτήσιππός μοι ιών ώς βοηθήσων, ΤΤυπ-πάξ ώ Ήράκλεις, έφη, καλού λόγου. Καί ό Διονυσόδωρος, Πότερον ούν εφη, ό Ηρακλής πυππάξ έστίν ή ό πυππάξ ίο Ηρακλής; Καί ό Κτήσιππός, Ώ ΓΤόσειδον, εφη, δεινών λό- Β γων. άφίσταμαι* άμάχω τώ άνδρε. I

Заканчивая свою бесѣду съ софистами Сократъ, по его словамъ, выразилъ (иронически) удивленіе

XXIX. Ενταύθα μεντοι, ώ φίλε Κριτών, ούδείς δστις ού των παρόντων ύπερεπήνεσε τον λόγον καί τώ άνδρε καί γε-λώντες καί κροτούντες καί χαίροντες ολίγου παρετάθησαν. is επί μεν γάρ τοΐς έμπροσθεν έφ’ έκάστοις πάσι παγκάλως έθο-ρύβουν μόνοι οί τού Εύθυδήμου έρασταί, ενταύθα δε ολίγου καί οί κίονες οι εν τώ Λυκείω έθορύβησάν τ επί τοΐν άνδροΐν καί ήσθησαν. έ^ώ μέν ούν καί αύτός οΰτω διετέθην ώστε όμολογεΐν μηδένας πώποτε ανθρώπους ίδεΐν j ουτω σοφούς C 20 καί παντάπασι καταδουλωθείς υπό τής σοφίας αύτοΐν επί τό έπαινεΐν τε καί έγκωμιά£ειν αύτώ έτραπόμην καί είπον* Ώ μακάριοι σφώ τής θαυμαστής φύσεως οι τοσούτον πράγμα ουτω ταχύ καί εν όλίγω χρόνω έΕείργασθον. πολλά μέν ουν καί άλλα οί λόγοι υμών καλά έχουσιν, ώ Εύθύδημέ τε καί as Διονυσόδωρε.

а) предъ оригинальностію ихъ мнѣній, по силѣ которой они могутъ нравиться только имъ подобнымъ*

έν δέ τοΐς καί τούτο μεγαλοπρεπέστατον δτι τών πολλών ανθρώπων καί τών σεμνών δή καί δοκούντων τί είναι ού-δέν ύμΐν I μέλει, αλλά τών όμοιων ύμΐν μόνον, εγώ γάρ D ευ οίδα δτι τούτους τούς λόγους πάνύ μέν αν ολίγοι 30 άγαπώεν άνθρωποι όμοιοι ύμΐν, οί δ’ άλλοι ουτω νοουσιν αύτούς, ώστ’ ευ οιδα δτι αίσχυνθεΐεν αν μάλλον έξελέγχοντες τοιούτοις λόγοις τούς άλλους ή αύτοΐ εξελεγχόμενοι.


Тот же текст в современной орфографии

και δούναι και άποδόσθαι και θΰσαι δη θεώ δτψ αν βουλή. 'Ωμολόγηκα, έφην* ούκ έστιν γάρ μοι άνάδυσις, ιύ Εύθύδημε. Ίθι δή μοι ευθύς, ή δ’ ός, είπε* επειδή σόν ομολογείς είναι τον Δία 303 καί τούς άλλους θεούς, αρα έξεστί σοι αύτούς | άποδόσθαι ήδού-s ναι ή άλλ’ δτι αν βουλή χρήσθαι ώσπερ τοΐς αλλοις ίώοις·

Έγώ μέν ούν, ώ Κριτών, ώσπερ πληγείς ύπό τού λόγου εκεί-μην άφωνος* ό δε Κτήσιππός μοι ιών ώς βοηθήσων, ΤΤυπ-πάξ ώ Ήράκλεις, έφη, καλού λόγου. Καί ό Διονυσόδωρος, Πότερον ούν εφη, ό Ηρακλής πυππάξ έστίν ή ό πυππάξ ίο Ηρακλής; Καί ό Κτήσιππός, Ώ ΓΤόσειδον, εφη, δεινών λό- Β γων. άφίσταμαι* άμάχω τώ άνδρε. I

Заканчивая свою беседу с софистами Сократ, по его словам, выразил (иронически) удивление

XXIX. Ενταύθα μεντοι, ώ φίλε Κριτών, ούδείς δστις ού των παρόντων ύπερεπήνεσε τον λόγον καί τώ άνδρε καί γε-λώντες καί κροτούντες καί χαίροντες ολίγου παρετάθησαν. is επί μεν γάρ τοΐς έμπροσθεν έφ’ έκάστοις πάσι παγκάλως έθο-ρύβουν μόνοι οί τού Εύθυδήμου έρασταί, ενταύθα δε ολίγου καί οί κίονες οι εν τώ Λυκείω έθορύβησάν τ επί τοΐν άνδροΐν καί ήσθησαν. έ^ώ μέν ούν καί αύτός οΰτω διετέθην ώστε όμολογεΐν μηδένας πώποτε ανθρώπους ίδεΐν j ουτω σοφούς C 20 καί παντάπασι καταδουλωθείς υπό τής σοφίας αύτοΐν επί τό έπαινεΐν τε καί έγκωμιά£ειν αύτώ έτραπόμην καί είπον* Ώ μακάριοι σφώ τής θαυμαστής φύσεως οι τοσούτον πράγμα ουτω ταχύ καί εν όλίγω χρόνω έΕείργασθον. πολλά μέν ουν καί άλλα οί λόγοι υμών καλά έχουσιν, ώ Εύθύδημέ τε καί as Διονυσόδωρε.

а) пред оригинальностью их мнений, по силе которой они могут нравиться только им подобным*

έν δέ τοΐς καί τούτο μεγαλοπρεπέστατον δτι τών πολλών ανθρώπων καί τών σεμνών δή καί δοκούντων τί είναι ού-δέν ύμΐν I μέλει, αλλά τών όμοιων ύμΐν μόνον, εγώ γάρ D ευ οίδα δτι τούτους τούς λόγους πάνύ μέν αν ολίγοι 30 άγαπώεν άνθρωποι όμοιοι ύμΐν, οί δ’ άλλοι ουτω νοουσιν αύτούς, ώστ’ ευ οιδα δτι αίσχυνθεΐεν αν μάλλον έξελέγχοντες τοιούτοις λόγοις τούς άλλους ή αύτοΐ εξελεγχόμενοι.